Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010

…ἀπό ἀτελεῖς ἀποπείρας … στολισμοῦ ὑπὸ ἀμαθῶν εὐλαβῶν…


Λυπάμαι που συμβαίνει αυτό, αλλά πρέπει για άλλη μια φορά να γίνω κακός! Πρόκειται για ένα θέμα που έχω ξανασχολιάσει, αλλά επανέρχομαι, διότι έλαβα χθές ένα σχετικό αρνητικό ερέθισμα.
Αποφάσισα να περπατήσω μέχρι τον Αϊ-Νικόλα, τόσο για τον περίπατο, όσο και αναζητώντας κάποιο νέο στοιχείο, από αυτά που γνωρίζω ότι πολλές φορές η βροχή (όπως αυτή την περασμένη εβδομάδα) φέρνει ξανά στην επιφάνεια.
Φτάνοντας, όμως, στο σημείο διαπίστωσα με φρίκη την ουσιαστική διάλυση του χώρου. Τον περασμένο Μάιο, οπότε και γιόρτασε ο ναός, οι κάτοικοι του γειτονικού χωριού, που τον έχτισαν και τον διαχειρίζονται, θεώρησαν καλό, προκειμένου να καθαρίσουν τον προαύλιο χώρο, να επιστρατεύσουν ένα μηχάνημα (μπουλντόζα ή τρακτέρ) με το οποίο όχι μόνο παρέσυραν για δεκάδες μέτρα οικοδομικά υλικά και τεκμήρια του παλαιού ναού, αποσπώντας τα για πάντα από την αρχική τους θέση και στερώντας από οποιονδήποτε θα μπορούσε να τα μελετήσει την ευκαιρία αυτή, αλλά -ακόμη χειρότερα- ξεσηκώνοντας από την τελευταία κατοικία τους τα οστά των προγόνων μας, που σεβάστηκαν ακόμα και οι Τούρκοι.
Και θα μπορούσε κανείς να παραβλέψει την καταστροφή των ιστορικών στοιχείων, καθώς δεν είναι απαραίτητο να έχει πάντοτε κανείς επιστημονική σκέψη. Το να διαταράσεις, όμως, την ηρεμία ενός νεκρού, βεβηλώνοντας με τόσο άσχημο τρόπο την ιερότητα του χώρου είναι, αν μη τι άλλο, ιεροσυλία. Είναι αρκετό γι' αυτό να αναλογιστεί κανείς τις ανά τους αιώνες σχετικές με τους νεκρούς και το σεβασμό που πρέπει να τους αποδίδεται αντιλήψεις : στην αρχαία Ελλάδα η καθύβριση νεκρού ετιμωρείτο με την ποινή του θανάτου, ενώ για το χριστιανισμό το ανθρώπινο νεκρό σώμα είναι ιερό (γι' αυτό και προσκυνείται).
Είναι, εκτός από θέμα ηθικής, και ζήτημα αισθητικής : θεωρώ πως για κανέναν δεν είναι ευχάριστο θέαμα τα διασκορπισμένα οστά, που καταπατούνται από μηχανές, ανθρώπους και ζώα.
Το συγκεκριμένο μέρος, παρότι ήταν γνωστό ότι ήταν χώρος νεκροταφείου, ποτέ δεν έτυχε της ανάλογης μεταχείρισης. Η βεβήλωση του ξεκίνησε με την χάραξη των δασικών δρόμων, όταν οι μπουλντόζες αφαίρεσαν ένα τμήμα του λόφου πάνω στον οποίο ήταν χτισμένος ο ναός, περιτριγυρισμένος απο τάφους, διαλύοντας για πρώτη φορά οστά και οικοδομικά υλικά. Όποιο τυχόν στοιχείο άφησαν οι μπουλντόζες το κατέστρεψαν οι τεχνίτες του νέου ναού, οι οποίοι θεώρησαν καλό να χτίσουν πάνω ακριβώς στον παλιό και όχι να τον αφήσουν όπως είχε μέχρι εκείνη την εποχή, καταστρέφοντας ακόμη και την αγία τράπεζά του. Φυσικά, κάθε φορά που κάποιος παίρνει την πρωτοβουλία να "εξωραϊσει" τον περίβολό του, όλο και κάτι χάνεται, μέχρι να δούμε τους νεκρούς να σηκώνονται και να φεύγουν μόνοι τους απο το σημείο προκειμένου να γλιτώσουν.....
Κάποιος μου είχε πει παλιότερα : "Τί σημασία έχει η τύχη των οστών ενός νεκρού; Λες και καταλαβαίνει τίποτα ο ίδιος;" Κι όμως, έχει σημασία. Ας σκεφτεί ο καθένας από εμάς εάν θα ήθελε το σώμα του ίδιου ή κάποιου αγαπημένου του προσώπου να έχει τύχη παρόμοια με όσα σας περιέγραψα. Η απάντηση νομίζω ότι δεν μπορεί παρά να με δικαιώσει.
Εύχομαι μόνο κάτι να αλλάξει σε αυτό το αίσχος που αντίκρυσα. Να βρεθεί κάποιος να πει μια κουβέντα, όχι κατηγορώντας και βρίζοντας, αλλά με καλή και συμβουλευτική διάθεση.


* Ο τίτλος από το διήγημα του Αλ. Παπαδιαμάντη Η Γλυκοφιλούσα

Σημειώνω ότι η εικόνα που επέλεξα να συνοδεύσει το άρθρο είναι πολύ ήπια σε περιεχόμενο, αφού βλέπετε μόνο μικρά τεμάχια οστών και κατεστραμμένα κεραμικά. Εγώ είχα την "τύχη" να δώ ακόμη και κρανία...

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Άνθρακες ο θησαυρός...


Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν μου άρεσαν οι κοινοτοπίες. Η φράση που επέλεξα για τον τίτλο είναι ξανά και ξανά χρησιμοποιημένη, σε τέτοιο βαθμό που καταντά εκνευριστική, ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιείται σε αταίριαστες περιστάσεις. Νομίζω, όμως, ότι στο σημερινό μας θέμα είναι απολύτως ταιριαστή. Σκέφτηκα να αναφερθούμε σε αυτή την μοναδική για την περιοχή περίπτωση της εξαγωγής λιγνίτη, που πραγματοποιείτο επί 25 περίπου χρόνια στο χωριό μας.
Ας πάρουμε το θέμα από την αρχή! Όπως μας πληροφορεί ο ερευνητής Βύρων Δάββος (Ιστορικά των χωριών της Ηλείας, 1830-1930. ΠΥΡΓΟΣ 2008), στις 25 Ιουλίου 1916 δόθηκε άδεια στον Νικόλαο Τσιατσαμπά (Τσατσαμπά?), αγνώστων λοιπών στοιχείων, για εξόρυξη των κοιτασμάτων λιγνίτη στο χωριό μας. Δεν είναι γνωστό αν οι εργασίες ξεκίνησαν αμέσως μετά την αδειοδότηση. Το βέβαιο είναι ότι κατασκευάστηκε σιδηροδρομική γραμμή, που εξυπηρετούσε τη μεταφορά του εξορυγμένου κάρβουνου από τον Ταρλά,όπου βρίσκονταν τα υπόστεγα στα οποία συγκεντρωνόταν. Το τρένο αυτό οι ντόπιοι το είχαν ονομάσει Χαμάλη.
Οφείλουμε να πούμε ότι πραγματικά το υπέδαφος του χωριού είναι πλούσιο σε γαιάνθρακα, γεγονός που αποδείχτηκε και στις πυρκαγιές του 2007: Η φωτιά που έκαψε όλη την περιοχή, περνώντας από την τοποθεσία Λάκκα, στα βορειοδυτικά του χωριού, προκάλεσε ανάφλεξη υπόγειου κοιτάσματος κάρβουνου σε έκταση περίπου 500 m2. Η καύση του κοιτάσματος αυτού διήρκεσε περισσότερο από 2 χρόνια και προκάλεσε, εκτός από την καταστροφή στο σημείο οποιουδήποτε φυτού και δέντρου και την καθίζηση του εδάφους, την έκλυση χαρακτηριστική οσμής πετρελαίου, που με τον καλοκαιρινό βραδινό αέρα έφτανε μέχρι τον Ταρλά και ίσως ακόμη πιο μακρυά. Μάλιστα, ειδικοί που επισκέφτηκαν το σημείο, είχαν διατυπώσει το φόβο ότι, εαν το υπόγειο κοίτασμα είναι εκτεταμένο ή συνδέεται με κάποιο άλλο κοντινό, το φαινόμενο μπορούσε να φτάσει σταδιακά ως και το χωριό, εφόσον η κατάσβεση του ήταν αδύνατη (διαφορετικά οι βροχές του χειμώνα θα το είχαν σβήσει). Ευτυχώς κάτι τέτοιο δεν συνέβη!
Σύμφωνα με τις διηγήσεις, οι στοές εξόρυξης ξεκινούσαν από την τοποθεσία αυτή και απλώνονταν σε μεγάλο μήκος, ίσως και μέχρι το χωριό (απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου). Βέβαια, κάποια στιγμή η ποσότητα του κάρβουνου μειώθηκε και τα δρομολόγια του τρένου περιορίστηκαν σε 2 ή 3 την ημέρα και μάλιστα πλέον όχι μέχρι τον Ταρλά, αλλά μέχρι "του Γαλάνη το γιοφύρι" (το γεφύρι πάνω στην παλιά εθνική). Φυσικά, δεν επρόκειτο για τίποτε περισσότερο από ένα τρένο της εποχής, με ταχύτητα που σε καμία περίπτωση δεν ξεπερνούσε τα 40-50 χιλιόμετρα την ώρα.
Άγνωστη μου είναι η κατάληξη του εξορυγμένου λιγνίτη. Το πιθανότερο είναι ότι κατέληγε στη βιομηχανία ως καύσιμη ύλη.
Το τέλος της εξόρυξης ήταν άδοξο, αν πιστέψουμε στις διηγήσεις της εποχής: οι εργάτες σκάβοντας έφτασαν σε ένα κενό, το οποίο ήταν αδύνατο να περάσουν. Δοκίμασαν να μετρήσουν το βάθος του ρίχνοντας σχοινιά, τα οποία, όμως δεν έβρισκαν ποτέ πάτο ενώ ένιωθαν κρύο αέρα στο πρόσωπό τους και άκουγαν τον ήχο τρεχούμενου νερού. Αν είναι έτσι, πρόκειται μάλλον για υπόγειο ποτάμι που διατρέχει την περιοχή (άλλωστε, αυτό δεν είναι το μοναδικό παρόμοιο περιστατικό. Και στο διπλανό Πουρνάρι, όταν προσπάθησαν να κάνουν γεώτρηση και εγκατέστησαν την αντλία, όλη η εγκατάσταση βυθίστηκε και χάθηκε). Έτσι, πολλά από τα εργαλεία της εξόρυξης έμειναν θαμμένα εκεί, ενώ στο σημείο η στοά έχει πάθει καθίζηση και έχει σχηματίσει μια μικρή λίμνη. Πρόκειται για τον μικρό λόφο στον Ταρλά, που ανήκει τώρα στην οικογένεια Καρυανού και μάλλον λόγω του φόβου για την Καθίζηση αυτή παραμένει χέρσος.
Όσον αφορά στα ίχνη όλης αυτής της επιχείρησης σήμερα, δεν μπορεί κανείς να εντοπίσει πολλά με γυμνό μάτι: κατά καιρούς σκαπτικά μηχανήματα που καθαρίζουν το κανάλι (στη δεξιά πλευρά του δρόμου καθώς ανεβαίνουμε προς το χωριό), έχουν ανασύρει τμήματα της σιδηροδρομικής γραμμής, η οποία βρισκόταν δίπλα ακριβώς στο κανάλι. Τμήματα της γραμμής συναντά κανείς πολλές φορές και σε σπίτια, όπου έχουν χρησιμοποιηθεί ως μέλη μεταλλικών κατασκευών. Επίσης, γεωργικές εργασίες στην τοποθεσία του Ταρλά, στο σημείο όπου βρίσκονταν τα υπόστεγα συλλογής του λιγνίτη έχουν φέρει στην επιφάνεια μικρές ποσότητες κάρβουνου, που όπως φαίνεται ξέμεινε εκεί.
Κατά τη γνώμη μου, η εξόρυξη του λιγνίτη και η λειτουργία του σιδηροδρόμου είναι απλώς επιπλέον ενδείξεις των οικονομικών δυνατοτήτων του χωριού, οι οποίες, όμως, δεν βρέθηκαν στα σωστά χέρια, ώστε να αποδώσουν τα μέγιστα. Ποιός ξέρει ποιά θα ήταν σήμερα η κατάσταση σε διαφορετική περίπτωση;

* Στην φωτογραφία τμήματα από τις ράγες της σιδηροδρομικής γραμμής.

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

"Oἶνος εὐφραίνει καρδίαν ἀνθρώπου..." (Ψαλμ. ργ΄, 15)


Τρυγητής ο μήνας που διανύουμε, όπως είναι η λαϊκή ονομασία του Σεπτεμβρίου, επειδή ακριβώς η κύρια ενασχόληση των αγροτών κατά τη διάρκειά του είναι ο "τρυγητός", η συλλογή του σταφυλιού και η οινοποίηση.
Για να φτάσει κανείς όμως να συλλέξει τον καρπό σημαίνει ότι έχει προηγηθεί ένας ολόκληρος χρόνος κόπου και φροντίδας, γεμάτος αγωνία, καθώς οι αγροτικές εργασίες εξαρτώνται πάντοτε από τις καιρικές συνθήκες.
Σκέφτηκα, λοιπόν, να ερευνήσω τον τρόπο καλλιέργειας του αμπελιού με την παραδοσιακή μέθοδο, πριν εισβάλλουν τα φυτοφάρμακα και οι μηχανές στα αμπέλια.
Η φροντίδα του αμπελιού ξεκινούσε, λοιπόν, στα τέλη του Ιανουαρίου, οπότε ο αμπελουργός κλάδευε τα κλήματα, δηλαδή τα καθάριζε από τις ασθενικές βέργες και άφηνε τις γερές σε ύψος 3-4 πόντων. Για την διαδικασία αυτή μάλιστα υπήρχε και η φράση-οδηγός "κόψε χτήμα το Γενάρη και να μην κοιτάς φεγγάρι", που σημαίνει ότι η εργασία του κλαδέματος του αμπελιού δεν επηρεάζεται από τους κύκλους της Σελήνης, όπως άλλες αγροτικές εργασίες.
Όταν στις αρχές Απριλίου οι νέες βέργες είχαν φτάσει τους 10 περίπου πόντους, άρχιζε το ράντισμα με χαλκό και ασβέστη, που σκοπό είχε να προφυλάξει το κλήμα απο τον περονόσπορο: τοποθετούσαν χαλκό και ασβέστη σε σκόνη μέσα σε ένα πανί και το βύθιζαν σε νερό σε τσιμεντένιο βαρέλι (γιατί ο χαλκός διαβρώνει το μέταλλο), όπου το άφηναν όλη τη νύχτα για να λιώσει και άρχιζαν το ράντισμα το πρωί. Η διαδικασία αυτή επαναλαμβανόταν κάθε 8-10 μέρες, ώσπου τα σταφύλια "να πιάσουν ξινό", να αρχίσουν δηλαδή να αποκτούν υγρά.
Παράλληλα, γινόταν και το "θειάφισμα", δηλαδή πασπάλισμα του κλήματος με θειάφι για προστασία από τη λόβα. Για το σκοπό αυτό υπήρχε ειδικό εργαλείο, το "φυσούνι", που είχε τη μορφή ενός ακορντεόν, στο οποίο ήταν προσαρμοσμένος ένας μακρύς σωλήνας. Μέσα σε αυτό τοποθετούσαν τη σκόνη του θειαφιού και ανοιγοκλείνοντας το "φυσούνι" το θειάφι σκορπιζόταν, όχι μόνο στα κλήματα αλλα και στον ίδιο τον αμπελουργό! Μάλιστα, το "θειάφισμα" γινόταν πρωί κατά την περίοδο της ανθοφορίας, "για να μην πάρει η δροσά" (να είναι υγρά τα φύλλα, ώστε να κολλάει πάνω τους το θειάφι), αλλά απόγευμα από τη στιγμή που τα σταφύλια "έπιαναν ξινό".
Με αυτές τις διαδικασίες να επαναλαμβάνονται τακτικά έφτανε ο Σεπτέμβρης. Ο τρύγος ξεκινούσε περίπου του Σταυρού (14 Σεπτέμβρη) στα πεδινά και προς το τέλος του μήνα στα ορεινά αμπέλια. Μπορούσε κανείς να δει την εποχή αυτή τις εξοχές γεμάτες κόσμο (όπως άλλωστε ήταν καθ'όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού), ανθρώπους φορτωμένους καλάθια να πηγαίνουν για τρύγο σε παρέες, να τραγουδούν μέσα στα αμπέλια, να γελάνε, να τρώνε στους ίσκιους το μεσημέρι, άλογα να κουβαλούν με μεγάλες καλάθες το σταφύλι από το αμπέλι στις στέρνες για πάτημα. Όπως και με όλες τις άλλες εργασίες, υπήρχε η συνήθεια της "δανεικαριάς":όλοι βοηθούσαν όλους μέχρι να τρυγηθεί και το τελευταίο αμπέλι.
Όταν μετά από χίλιες περιπέτεις το σταφύλι (λιγοστό, άλλωστε, αφού η παραγωγή δεν εξαρτάτο από τις ορμόνες και τα φυτοφάρμακα) έφτανε στη στέρνα, ξεζουμισμένο πολλές φορές απο το κούνημα του αλόγου, και πατιόταν, έμενε μία η δύο μέρες εκεί, μαζί με τα "τσέγκουρα" (δηλαδή το κοτσάνι καιι το φλοιό), για να "πάρει χρώμα", να κοκκινήσει.
Ακολουθούσε το "στρίφλιασμα": οι πατημένες ρώγες τοποθετούνταν σε μιά χειροκίνητη μηχανή, τη "στρίφλα", ένα είδος πιεστηρίου, για να βγάλουν όσο χυμό ακόμα συγκρατούσαν.
Ο μούστος έμπαινε στα βαρέλια, όπου άρχιζε να "βράζει", να ζυμώνεται δηλαδή για να μετατραπεί σε κρασί. Τότε μετρούσαν και τους (αλκοολικούς) βαθμούς με το "γράδο", έναν σωλήνα που βύθιζαν στο μούστο και ανάλογα με το ύψος στο οποίο επέπλεε γνώριζαν τους βαθμούς. Αν αυτοί ήταν κάτω από 12,5 το κρασί χρειαζόταν σταφίδα για να αποκτήσει σάκχαρα.
Ο μούστος που περίσσευε από το γέμισμα των βαρελιών γινόταν πετιμέζι: βραζόταν αρχικά για λίγο και μετά του κοσκίνιζαν στάχτη, για να καθίσει στον πάτω του καζανιού η ψίχα του σταφυλιού. Αφηνόταν για ένα βράδυ έτσι και την επόμενη μέρα σουρωνόταν και ξαναβραζόταν, ώσπου να "δέσει". Με το πετιμέζι παρασκεύαζαν γλυκά (μουσταλευριά, σουτζούκι, μελαχρινό) ή το έτρωγαν ακόμα και πάνω στο ψωμί ως δυναμωτικό. Πολλές φορές εκτός από πετιμέζι, ο μούστος χρησίμευε και για "γλυκάδι", όπως έλεγαν κατ'ευφημισμόν το ξύδι για να μην χαλάσει το κρασί.
Όταν συμπληρώνοταν περίπου 40 μέρες, η ζύμωση σταματούσε και το βαρέλι σφραγιζόνταν για 40 ακόμη μέρες, οπότε ήταν έτοιμο να ανοιχτεί και να αρχίσει η κατανάλωση του κρασιού. Ακόμη και το άνοιγμα ενός καινούριου βαρελιού ήταν για το σπίτι γιορτή, ενώ το "γιοματάρι", (κρασί από βαρέλι που μόλις ανοίχτηκε) θεωρείται ιδιαίτερης ποιότητας.
Όλες αυτές οι εργασίες, παρότι επίπονες και κουραστικές, είχαν τη χαρά τους. Οτρύγος εθεωρείτο εκτός από "πόλεμος" ( "Θέρος, τρύγος πόλεμος") ευκαιρία για παρέα και αστεία.Έτσι παρέμεινε μέχρι τη στιγμή που σταμάτησαν οι "δανεικαριές" και άρχισαν τα "μεροκάματα", δηλαδή άρχισε να μπαίνει και στην αγροτική ζωή η αδιαφορία!!!

*η φωτογραφία από το προσωπικό μου αρχείο, από τρύγο στο αμπέλι του Παναγιώτη του Καμπίλαυκου στο Κούτσουρο.

Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2010

" Ἄνωθεν τῆς κρήνης εἶδα… πρᾶγμά τι ἐναέριον νὰ ἵσταται. "

Πολύ χάρηκα την περασμένη Κυριακή, όταν δέχτηκα τα συγχαρητήρια ενός από τους αναγνώστες του ιστολογίου για το τελευταίο άρθρο. Περισσότερο, όμως, χάρηκα γιατί είχε την καλή ιδέα να μου προτείνει το θέμα της επόμενης ανάρτησης. Σημαίνει ότι αυτά που γράφω είναι για κάποιους ενδιαφέροντα. Το θέμα, λοιπόν, που μου πρότεινε είναι οι σχετικές με ξωτικά και στοιχειά ιστορίες! Θα συμφωνήσετε όλοι ότι είναι θέμα πολύ ενδιαφέρον, μαγικό με κάθε σημασία της λέξης!
Θα πρέπει να ομολογήσω ότι, παρότι από τα παιδικά μου χρόνια μεγάλωσα με τέτοιες ιστορίες, ειπωμένες απο τις γιαγιάδες μου, δεν μπορώ να φέρω στο μυαλό μου κάτι ιδιαίτερο που να αφορά το χωριό μας ως προς αυτό το θέμα. Ψάχνοντας, πάντως, το θέμα αυτό τις τελευταίες μέρες βρήκα κάποια στοιχεία, τα οποία σας δίνω όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικά!
Βασική παράμετρος αυτών των ιστοριών είναι πάντοτε συγκεκριμένα μέρη, που "κρατάνε", είναι δηλαδή γνωστό ότι τα ξωτικά "συχνάζουν" σε αυτά και ο κόσμος τα αποφεύγει ή παίρνει τις σχετικές προφυλάξεις. Ρωτώντας, έμαθα ότι ένα τέτοιο μέρος στο χωριό μας είναι ο "Αβράμης", με την Μαύρη Λίμνα που βρίσκεται δίπλα του και τη μικρή χαράδρα που ξεκινάει απο εκεί και φτάνει μέχρι το εσωτερικό του χωριού, κάτω από το σπίτι του Σωτήρη του Ευθυμίου ( ή Μυλωνά). Το στοιχειό του Αβράμη είναι ένα περίεργο ον ( σαν στοιχειό που είναι!): δεν έχει υπάρξει ποτέ θύμα του , αλλά επικρατεί και μεγάλος φόβος γι αυτό. Θυμάμαι ότι σαν παιδί είχα υποστεί φοβερή ψυχολογική πίεση για να μην πλησιάζω καν το διπλανό δρόμο. Στον περίεργο αυτό χώρο όπου το τοποθετούν (περίεργο έτσι κι αλλιώς λόγω του αμμώδους και σεληνιακού τοπίου) υπάρχει στο βράχο μια σχισμή σε σχήμα μισοφέγγαρου, η οποία θεωρείται η "κρυψώνα" του!
Ακόμα πιο περίεργη είναι η περίπτωση της Μαύρης Λίμνας. Κανείς δεν την έχει δει ποτέ, αλλά και απίθανο θα ήταν να υπάρχει στο σημείο εκείνο, στην αρχή ενός γκρεμού. Είναι, κατά τις διηγήσεις, μία άπατη λίμνη, καλυμμένη από καλάμια, έτοιμη να υποδεχτεί όποιον πλησιάσει και αρπαχτεί από τα ξωτικά που φιλοξενεί.
Όσο για την χαράδρα που φτάνει στο χωριό, οι παλιότεροι απέφευγαν να περνούν απο εκεί μετά τη δύση του ηλίου, γιατί τη θεωρούσαν βαρυ-ίσκιωτο μέρος.
Η άλλη περίπτωση στοιχειού, που θα μπορούσε κανείς να αναφέρει είναι ο "Άράπης", από τον οποίο πήρε και την ονομασία της η σχετική τοποθεσία του χωριού, απέναντι από τον Αϊ-Θανάση. Κατά την πιο διαδεδομένη εκδοχή, πρόκειται για στοιχειό με μορφή μαύρου, που κυριαρχεί στην περιοχή. Τέτοιου είδους ξωτικά είναι διαδεδομένα στην λαϊκή σκέψη και τα συναντά κανείς στις ιστορίες πολλών χωριών (θυμάμαι ότι και η η γιαγιά μου, όταν μας έλεγε ιστορίες με φαντάσματα για το χωριό της, το Αρβανίτι, ανέφερε συχνα-πυκνά έναν Αράπη!).
Μιά ακόμη τέτοια ιστορία, που μπορώ να ανασύρω απο τη μνήμη μου, διαδραματίζεται δίπλα ακριβώς στο σπίτι μου. Πιθανώς θα θυμάστε τις 4-5 μεγάλες πεύκες που στέκονταν μέχρι πριν λίγα χρόνια στο λόφο δίπλα απο το πατρικό μου (δεξιά καθώς ανεβαίνουμε το δρόμο προς το χωριό). Στο σημείο εκείνο πολλοί διηγούνταν ότι είχαν δει τα βράδια δύο "θεόρατους" Αράπηδες να παλεύουν μεταξύ τους: φαίνεται ότι φιλοξενούμε πολά τέτοια στοιχειά στο χωριό μας!!!
Λίγα ή πολλά, τα στοιχειά υπήρχαν για τον κόσμο της υπαίθρου, που τα φοβόταν και πρόσεχε ιδιαίτερα να μην πέσει θύμα τους. Εκτός από το ότι απέφευγαν τα βαρυ-ίσκιωτα μέρη τη νύχτα, αν επέστρεφαν στο σπίτι μετά τη δύση του ηλίου άφηναν έξω τα ρούχα τους ( για να μείνει έξω και όποιο στοιχειό τους είχε πιθανόν ακολουθήσει) και λιβανίζονταν πριν πάνε για ύπνο. Καμιά φορά έφτιαχναν και αυτοσχέδια φυλαχτά, τα οποία παραγέμιζαν με ο,τιδήποτε εθεωρείτο "δαιμόνων αλεξιτήριον" : λιβάνι, απήγανο, σκόρδο, στάρι. Φυσικά, αν όλα αυτά αποτύγχαναν, υπήρχε πάντοτε η λύση του "γητέματος", μιάς επωδής, ανάλογης με αυτήν του ξεματιάσματος, που στόχευε στο να αφαιρέσει το διαμόνιο από το θύμα!
Για να μην σας φοβίσω, όμως, θα κλείσω το θέμα με μία σχετικά αστεία ιστορία. Υπήρχε η φήμη ότι ο Στεφανής ο Τσουτσάνης, που έμενε στην Πάνω Γειτονιά του χωριού, "έπαιζε με τα στοιχειά", (πολύ θα ήθελα να ξέρω τί είδους παιχνίδια θα μπορούσε κανείς να παίξει με ένα ξωτικό!!!!) και συνήθως κατέληγε να τον ξυλοφορτώνουν και να τον αφήνουν αναίσθητο! Όπως λέει και η παροιμία "όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα, τον τρώνε οι κότες"!!!
Το συμπέρασμα που βγάζω εγώ, πάντως, είναι ότι σαν χωριό δεν είχαμε και ιδιαίτερη σχέση με τέτοιου είδους περιστατικά. Τώρα, το αν κανείς πιστεύει σε αυτά είναι άλλο θέμα! Αλλά όπως είχε πει και μια φίλη μου, τέτοια ζητήματα καλύτερα να μην τα πειράζουμε!!!

*ο τίτλος από το διήγημα του Αλ. Παπαδιαμάντη "Αμαρτίας Φάντασμα".