Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Ενόψει καλοκαιριού...


Φτάσαμε ήδη στις 19 Ιουνίου. Καλοκαίρι (αν και τις τελευταίες μέρες ο καιρός ούτε ξέρει τί κάνει, πότε βρέχοντας και πότε λιώνοντάς μας με τη ζέστη). Άραγε θα γεμίσει ξανά φέτος το χωριό μας από φωνές και γέλια, βόλτες και γλέντια από τους καλοκαιρινούς επισκέπτες; Δυστυχώς εγώ ακόμη είμαι στην Πάτρα, περιμένοντας ίσως για πρώτη φορά με τόση ανυπομονησία να ξαναέρθω για καλοκαίρι. Να απολαύσω την ξενοιασιά, τη φύση, τη θάλασσα της Ηλείας (αυτές οι θάλασσες της Αχαϊας δεν υποφέρονται από το κρύο).
Είναι αλήθεια πως συνειδητοποιούμε πολύ περισσότερο την ανάγκη μας να είμαστε σε επαφή με τον τόπο που γεννηθήκαμε όταν μεγαλώνουμε. Όσο είμαστε έφηβοι έχουμε την τάση να απομακρυνόμαστε, ίσως και δικαιολογημένα, αφού βρισκόμαστε πάνω στην προσπάθεια να διαμορφώσουμε δική μας ζωή, να ανεξαρτητοποιηθούμε, για να πάψουμε να έχουμε την ανάφγκη του γονέα και της ασφάλειας του πατρικού σπιτιού.
Πόσο απατηλό! Ευτυχώς η ανάγκη αυτή ποτέ δεν χάνεται. Έχει λεχθεί πως ο άνθρωπος που ξεχνάει από που ξεκίνησε, είναι σαν δέντρο που δεν έχει ρίζες. Δεν μπορώ να φανταστώ πως υπάρχει κάτι τέτοιο. Στα δάση (όσο υπήρχαν) του χωριού μας δεν είχα συναντήσει κάτι τέτοιο!
Καλό καλοκαίρι σε όλους!
Περάστε όσο καλύτερα μπορείτε! Γι'αυτό επισκεφτείτε και το χωριό, έστω για λίγο!

Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

Μιά φορά κι έναν καιρό...


Τις προάλλες σκάλιζα τα βιβλία μου στο χωριό που είχα πάει για σαββατοκύριακο και τυχαία έπεσα πάνω στο βιβλίο, του οποίου το εξώφυλλο βλέπετε στην φωτογραφία!
Ανήκε στη γιαγιά μου και έχει εκδοθεί τη δεκαετία του 1950. Με ευκαιρία αυτό θυμήθηκα εκείνη την εικόνα την τόσο οικεία σε όλους, νομίζω, με τη γιαγιά καθισμένη αναπαυτικά στην καρέκλα της και τα εγγόνια της γύρω γύρω να ακούνε με το στόμα ανοιχτό! Τί παραμύθια να πρωτοθυμηθεί κανείς;Τους δώδεκα μήνες, τον Κοντορεβυθούλη, το γέρο με τη γρια και το γουρούνι, τη σουσουράδα; Ή τις ιστορίες του Χουχουλόγιωργα, του Γκιώνη, της Κουκουβάγιας, της Πούλιας και του Αυγερινού; Ιστορίες που κάνουν τη φύση να φαίνεται πιο ανθρώπινη, μέσα στα περιορισμένα μέτρα της δικής μας ιδιοσυγκρασίας.
Γιατί αν, για παράδειγμα, η Κουκουβάγια είναι η αδελφή του Κωνσταντή, που σηκώθηκε από το μνήμα για να την φέρει κοντά στη μάνα της που είχε απομείνει μόνη, δεν την βλέπεις πια σαν ένα κατά τα άλλα τρομακτικό πουλί. Και η φύση εξανθρωπίζεται και γίνεται ο φυσικός μας χώρος, τη θέση του οποίου τείνουν (αν δεν έχουν ήδη καταλάβει) τα τσιμέντα, τα πλαστικά φυτά και τα ζώα στα κλουβιά.
Και μέσα σε αυτό το χαμό που ζούμε όλοι, με το γενικό πρόβλημα της απαισιοδοξίας να πιέζει ακόμα και τα μικρά παιδιά (θυμάμαι ένα βράδυ που πήγα στις συγκεντρώσεις των Αγανακτισμένων στην πλατεία Γεωργίου που ένα κοριτσάκι πήρε το μικρόφωνο για να πει ότι εξαιτίας της κρίσης φέτος τρώει λιγότερα παγωτά από πέρυσι!!!), και με τα προσωπικά πρόβλήματα μας, χρειαζόμαστε σίγουρα λίγο παραμύθι. Λίγο παραμύθι για να πάρουμε δυνάμεις για ότι μας βρίσκει στη ζωή.